Συντακτικό

 

Υποδειγματικές αναγνωρίσεις δευτερευουσών προτάσεων

 

XXIII,  ut ignoraretur a marito:

            Δευτερεύουσα επιρρρηματική συμπερασματική πρόταση, εισάγεται με το συμπ/κό σύνδεσμο ut (και στην κύρια πρόταση υπάρχει το δεικτικό επίρρημα ita που μας προετοιμάζει) και είναι καταφατική. Εκφέρεται με υποτακτική (δυνητική ) , διότι το αποτέλεσμα θεωρείται πάντα μια υποκειμενική κατάσταση, παρατατικού από το ρήμα εξάρτησης ιστορικού χρόνου (paravit) σύμφωνα με την ιδιομορφία στην ακολουθία χρόνων, διότι το αποτέλεσμα θεωρείται παρόν στη σκέψη του ομιλητή. Λειτουργεί ως επιρρηματικός προσ/μός του αποτελέσματος στο paravit.

 

XXIII,  cum illa cubiculum mariti intraverat:

            Δευτερεύουσα επιρρρηματική χρονικοϋποθετική πρόταση, εισάγεται με τον επαναληπτικό σύνδεσμο cum και εκφράζει αόριστη επανάληψη στο παρελθόν. Εκφέρεται με οριστική που δηλώνει πραγματικό γεγονός, υπερσυντελίκου που σε σχέση με την οριστική παρατατικού του ρήματος της κύριας (simulabat) δηλώνει το προτερόχρονο στο παρελθόν. Λειτουργεί ως επιρρηματικός προσ/μός χρόνου και προϋπόθεσης στο ρήμα της κύριας simulabat.

 

ΧΧΙV,  quid postea Nasica fecerit:

            Δευτερεύουσα ουσιαστική πλάγια ερωτηματική πρόταση μερικής άγνοιας και εισάγεται με την ερωτηματική αντωνυμία quid. Εκφέρεται με υποτακτική λόγω της υποκειμενικής χροιάς του πλαγίου λόγου, παρακειμένου που δηλώνει το προτερόχρονο στο παρόν. Λειτουργεί ως αντικείμενο στο γνωστικό ρήμα accipe.

 

ΧΧΙV,  quod Nasica tam aperte mentiebatur:

            Δευτερεύουσα ουσιαστική αιτιολογική πρόταση, εισάγεται με τον αιτιολογικό σύνδεσμο quod και εκφέρεται με οριστική που δηλώνει παραγματική αιτιολογία, παρατατικού που εκφράζει το σύγχρονο στο παρελθόν. Λειτουργεί ως αντικείμενο στη μετοχή ρήματος ψυχικού πάθους indignatus.

 

 XXV,  quae nimia vobis est:

            Δευτερεύουσα αναφορική πρόταση, προσδιοριστική επιθετική, εισάγεται με την αναφορική αντωνυμία quae. Εκφέρεται με οριστική που δηλώνει πραγματικό γεγονός, ενεστώτα που δηλώνει το σύγχρονο στο παρόν. Λειτουργεί ως επιθετικός προσδιορισμός στο ουσιαστικό fiduciam.

 

XXVII,  quae scripsisset:

            Δευτερεύουσα αναφορική πρόταση, ουσιαστική, εισάγεται με την αναφορική αντωνυμία quae. Εκφέρεται με υποτακτική λόγω της υποκειμενικής χροιάς του πλαγίου λόγου, υπερσυντελίκου που  δηλώνει το προτερόχρονο στο παρελθόν.    Λειτουργεί ως υποκείμενο στο απαρέμφατο esse.

XXX,  sed in Asia continenter vixit:

            Δευτερεύουσα επιρρηματική αιτιολογική πρόταση, συνδέεται παρατακτικά με τον αντιθετικό σύνδεσμο sed με την προηγούμενη αιτιολογική πρόταση, εκφέρεται με οριστική που δηλώνει παραγματική αιτιολογία, παρακειμένου που εκφράζει προτερόχρονο στο παρόν σε σχέση με την οριστική ενεστώτα της κύριας. Λειτουργεί ως επιρρηματικός προσ/μός της αιτίας στο ρήμα της κύριας debemus.

 

XXXI,  ut omnes pugna abstinerent:

            Δευτερεύουσα ουσιαστική βουλητική πρόταση, εισάγεται με το βουλητικό σύνδεσμο ut, επειδή  είναι καταφατική. Εκφέρεται με υποτακτική, διότι το περιεχόμενό της είναι απλώς επιθυμητό, παρατατικού από το ρήμα εξάρτησης ιστορικού χρόνου (edixit) σύμφωνα με την ιδιομορφία στην ακολουθία χρόνων, διότι η βούληση θεωρείται παρούσα στη σκέψη του ομιλητή. Λειτουργεί ως αντικείμενο στο κελευστικό ρήμα edixit.

 

XXXIV,  ut praedones animadverterunt:

              Δευτερεύουσα επιρρρηματική χρονική πρόταση, εισάγεται με τον χρονικό σύνδεσμο ut,  εκφέρεται με οριστική που δηλώνει πραγματικό γεγονός, παρακειμένου που σε σχέση με την οριστική παρακειμένου του ρήματος της κύριας  δηλώνει το προτερόχρονο στο παρελθόν. Λειτουργεί ως επιρρηματικός προσ/μός χρόνου  στο ρήμα της κύριας appropinquaverunt

 

XXXVII, etsi ego clamabam:

              Δευτερεύουσα επιρρρηματική εναντιωματική πρόταση, εισάγεται με τον  εναντιωματικό σύνδεσμο etsi,  εκφέρεται με οριστική, διότι εκφράζει μια πραγματική κατάσταση παρά την οποία ισχύει το περιεχόμενο της κύριας, παρατατικού που σε σχέση με την υποτακτική παρατατικού του ρήματος της συμπερασματικής  δηλώνει το σύγχρονο στο παρελθόν. Λειτουργεί ως επιρρηματικός προσ/μός εναντίωσης  στο ρήμα της συμπερασματικής cuperent.

 

XL,      licet mihi ostendas:

                Δευτερεύουσα επιρρρηματική παραχωρητική πρόταση, εισάγεται με τον  παραχωρητικό σύνδεσμο licet που εκφέρεται με υποτακτική, διότι προήλθε από το απρόσωπο licet με ut και υποτακτική κατόπιν παράλειψης του ut και διότι εκφράζει κάτι υποκειμενικό ˙ ενεστώτα που σε σχέση με την οριστική μέλλοντα του ρήματος της κύριας  δηλώνει το σύγχρονο στο μέλλον. Εκφράζει μια υποθετική κατάσταση που κι αν δεχθούμε ότι αληθεύει δεν αναιρεί το περιεχόμενο της κύριας και λειτουργεί ως επιρρηματικός προσ/μός παραχώρησης στο ρήμα της κύριας iudicabo.

 

XLII,     qui non fateatur:

              Δευτερεύουσα επιρρρηματική αναφορική-συμπερασματική  πρόταση, εισάγεται με την αναφορική αντωνυμία qui,  εκφέρεται με υποτακτική, όπως και οι απλές συμπερασματικές, ενεστώτα, διότι ισχύει  η ιδιομορφία στην ακολουθία χρόνvn, καθώς το αποτέλεσμα θεωρείται παρόν στη σκέψη του ομιλητή και το ρήμα εξάρτησης είναι αρκτικού χρόνου (intellego). Λειτουργεί ως επιρρηματικός προσ/μός του αποτελέσματος στο fore.

 

XLIII,    quamvis infesto et minaki animo perveneras:

                  Δευτερεύουσα επιρρρηματική παραχωρητική πρόταση, εισάγεται με τον  παραχωρητικό σύνδεσμο quamvis, επειδή ακολουθεί επίθετο και εκφέρεται με οριστική που εκφράζει το πραγματικό, υπερσυντελίκου που σε σχέση με την οριστική παρακειμένου του ρήματος της κύριας  δηλώνει το προτερόχρονο στο παρελθόν. Εκφράζει μια υποθετική κατάσταση που κι αν δεχθούμε ότι αληθεύει δεν αναιρεί το περιεχόμενο της κύριας και λειτουργεί ως επιρρηματικός προσ/μός παραχώρησης στο ρήμα της κύριας succurit.

 

XLVI,   ut enim leges…anteponunt:

             Δευτερεύουσα επιρρρηματική παραβολική πρόταση, εισάγεται με τον  παραβολικό σύνδεσμο ut που εκφράζει τρόπο σε ανταπόκριση με το sic της κύριας. Εκφέρεται με οριστική, διότι η σύγκριση αφορά δύο καταστάσεις που είναι ή θεωρούνται ως πραγματικές, ενεστώτα που εκφράζει το σύγχρονο στο παρόν σε σχέση με την οριστική ενεστώτα της κύριας. Λειτουργεί ως επιρρηματικός προσ/μός σύγκρισης στο ρήμα της κύριας consulit.