Παλατινής (ή Ελληνικής) Ανθολογίας
Απάνθισμα
Τι είναι η Ελληνική (ή Παλατινή) Ανθολογία ;
Πρόκειται για μία ποιητική παρουσίαση της σοφίας της Αρχαίας Ελλάδας με τη μορφή μίας εκτενέστατης συλλογής ποιηματίων του είδους που ονομάζεται «επίγραμμα» . Πρόκειται, δηλαδή, για σύντομα ποιήματα με λυρικό τόνο και φιλοσοφική διάθεση, όπου ισορροπούν ο αποφθεγματικός λόγος με την προσωπική εξομολόγηση για να περιγράψουν όλους τους καίριους τομείς της ανθρώπινης εμπειρίας, με όλες τις αποχρώσεις του κωμικού και του τραγικού : το εφήμερο της ύπαρξης, ο θάνατος, οι μικροχαρές της ζωής, οι ερωτικές δολοπλοκίες, το θρησκευτικό συναίσθημα και πολλά άλλα. Στη δική μας παρουσίαση επιχειρούμε μεταφράσεις, όσο το μπορούμε ποιητικές, μα και σύντομες φιλοσοφικές ερμηνείες – αφορμές προβληματισμού. Ελπίζω να απολαύσετε μα και να αγαπήσετε μίαν Ανθολογία που συγκροτήθηκε σταδιακά τόσο από αρχαίους όσο και από βυζαντινούς λογίους και που διαβάστηκε με προσήλωση για αιώνες ολόκληρους από γενεές και γενεές καλλιεργημένων ανθρώπων.
10ου Βιβλίου
26. Λουκιανοῦ |
26. Λουκιανού |
Ὡς τεθνηξόμενος τῶν σῶν ἀγαθῶν ἀπόλαυε, ὡς δὲ βιωσόμενος φείδεο σῶν κτεάνων. Ἔστι δ’ ἀνὴρ σοφὸς οὗτος, ὃς ἄμφω ταῦτα νοήσας φειδοῖ καὶ δαπάνῃ μέτρον ἐφηρμόσατο. |
Σα να ήταν να πεθάνεις, τ’ αγαθά σου απολάμβανε, μα σαν αιώνια για να ζήσεις, φρόντιζε τα περιουσιακά σου. Ετούτος άντρας είναι συνετός, που και τα δύο σαν νιώσει, σ’ απλοχεριά –σφιχτοχεριά το μέτρο θενά δώσει. |
|
|
Ερμηνεία Μία ακόμη εφαρμογή του ελληνικού μέτρου : απόλαυσε τα αγαθά σου, μα σκέψου και τ’ αύριο. Ούτε τζίτζικας ούτε μέρμηγκας ˙ άνθρωπος αρτιωμένος στη σοφία και την αρετή, ικανός με σύνεση και με ενθουσιασμό και ν’ αφεθεί και να εγκρατευθεί, κατά περίσταση όμως, «ἐν καιρῷ».
|
|
|
|
28. Λουκιανοῦ |
28. Λουκιανού |
Τοῖσι μὲν εὖ πράττουσιν πᾶς ὁ βίος βραχύς ἐστιν˙ τοῖς δὲ κακῶς, μία νὺξ ἄπλετός ἐστι χρόνος. |
Για τους ευτυχισμένους , ζωή ολόκληρη και λίγη είναι. Μα για τους δυστυχείς, μια νύχτα ο χρόνος αξημέρωτη. |
|
|
Ερμηνεία Η διαστολή του ψυχολογικού χρόνου : στις ευτυχίες κυλά σα ρόδα στην κατηφοριά ˙ στις δυστυχίες γρανάζι αγρασάριστο, σκαλώνει και σου βγάζει την ψυχή να το γυρίσεις. Το γράσο ; καρτερία και αρετή. |
|
|
|
31. Λουκιανοῦ |
31. Λουκιανού |
Θνητά τὰ τῶν θνητῶν , καὶ πάντα παρέρχεται ἡμᾶς˙ ἢν δὲ μή, ἀλλ’ ἡμεῖς αὐτὰ παρερχόμεθα. |
Θνητά θνητών τα πάντα, και περνούν˙ αλλιώς, εμείς τα προσπερνούμε. |
|
|
Ερμηνεία Όλα τ’ ανθρώπινα περνούν γιατί και η ίδια η ατομική ζωή περνά. Ας χαρούν, λοιπόν, όσοι ζουν και ζώνονται, κι ας προβληματιστούν όσοι καλοπερνούν : το τέλος είναι μπροστά, για όλους μας! |
|
|
|
35. Λουκιανοῦ |
35. Λουκιανού |
Εὖ πράττων, φίλος εἶ θνητοῖς, φίλος εἶ μακάρεσσι, καί σευ ρηϊδίως ἔκλυον εὐξαμένου. Ἢν πταίσῃς, οὐδεὶς ἔτι σοι φίλος, ἀλλ’ ἅμα πάντα ἐχθρά, Τύχης ῥιπαῖς συμμεταβαλλόμενα. |
Στις ευτυχίες, φίλοι σου οι θνητοί, φίλοι κι οι αθάνατοι είναι και με άνεση ακούν τις προσευχές σου. Σκόνταψες ; σε αφήσαν πια κι οι φίλοι σου κι όλα εχθρικά σου, στης τύχης τα γυρίσματα πιασμένα. |
Ερμηνεία Το παράπονο του ανθρώπου που γεύεται την προδοσία από θεούς και ανθρώπους, την εγκατάλειψη στις κρίσιμες στιγμές, όταν η ρόδα της ζωής και της ιστορίας σε έχει πάρει από κάτω και μάταια αναζητείς ένα χέρι να σε τραβήξει ξανά τ’ αψήλου. «Εἶναι δύσκολες οἱ πόρτες, ὅταν ἡ χρεία τὲς κουρταλεῖ» θα συμπλήρωνε ο Δ. Σολωμός... |
|
|
|
37. Λουκιανοῦ |
37. Λουκιανού |
Ἡ βραδύπους βουλή, μέγ’ ἀμείνων˙ ἡ δὲ ταχεῖα αἰὲν ἐφελκομένη τὴν μετάνοιαν ἔχει. |
Η απόφαση η αργή πολύ καλύτερη είναι. Η γρήγορη τραβάει μαζί της πάντα τη μετάνοια και κρατεί. |
Ερμηνεία Η επιπολαιότητα και η προπέτεια στις μεγάλες αποφάσεις της ζωής πληρώνονται ακριβά. Η πικρή μετάνοια έιναι η συνήθης κατάληξή τους. Η σύνεση προφυλάσσει από πολλές κακοτοπιές. |
|
|
|
38. Τίμωνος |
38. Τίμωνα |
Ὥρη ἐρᾷν, ὥρη δὲ γαμεῖν, ὥρη δὲ πεπαῦσθαι |
Στην ώρα του ο έρωτας, στην ώρα του ο γάμος, στην ώρα τους να τελειώνουν κι όλα αυτά. |
Ερμηνεία Μία επώνυμη αρχαία εκδοχή της παροιμίας : «Κάθε πράμα στον καιρό του κι ο κολλιός τον Αύγουστο» , επικεντρωμένη στις διαφυλικές σχέσεις. Ο έρωτας είναι για τη νιότη, η ωριμότητα φέρνει τη γαμήλια παστάδα και το γήρας καλό είναι να τ’ αποφεύγει αυτά (καθότι: «Καιρός φέρνει τα λάχανα, καιρός τα παραπούλια» !) |
|
|
|
41. Λουκιανοῦ |
41. Λουκιανού |
Πλοῦτος ὁ τῆς ψυχῆς πλοῦτος μόνος ἐστὶν ἀληθής, τἄλλα δ’ ἔχει λύπην πλείονα τῶν κτεάνων. Τὸν δὲ πολυκτέανον καὶ πλούσιόν ἐστιν δίκαιον κλήζειν, ὃς χρῆσθαι τοῖς ἀγαθοῖς δύναται. Εἰ δέ τις ἐν ψήφοις κατατήκεται , ἄλλον ἐπ’ ἄλλῳ σωρεύειν ἀεὶ πλοῦτον ἐπειγόμενος, οὗτος ὁποῖα μέλισσα πολύτρητος ἐνὶ σίμβλοις μοχθήσει, ἑτέρων δρεπτομένων τὸ μέλι. |
Πλούτος αληθής μονάχα ο πλούτος της ψυχής ˙ τ’άλλα αγαθά πιότερο θλίψη φέρνουν. Άρχοντα σωστό και πλούσιο όποιον μπορεί ν’ απολαμβάνει τ’ αγαθά του, να ονοματίζεις πρέπει. Μα όποιος στα τεφτέρια του στοιχειώνει, πλούτο πάνω στον πλούτο κι άλλο να σωριάζει πάντα με σπουδή, ωσάν της μέλισσας ετούτου ο μόχθος στ’ αρίφνητα κυψέλης τα κελλιά, όπου άλλοι θενά δρέψουνε το μέλι.
|
Ερμηνεία Και ιδού η αυθεντική ελληνική αντίληψη περί πλούτου: δεν αποτελεί αυταξία, δεν είναι επιθυμητός καθ’ εαυτόν, έχει αξία μονάχα στο βαθμό που μπορείς να τον αξιοποιήσεις, για να απολαύσεις κάποια υλικά αγαθά. Η συσσώρευση πλούτου από μόνη της δεν έχει καμία αξία, μάλλον σκληρή δουλεία είναι. Ο αληθής θησαυρός κι η αρχοντιά φυλάσσονται στο «ταμιείον» της ψυχής, εκεί όπου δε φτάνουν ο σκόρος και η σκωρία. Αυτή είναι η ελληνική βιοθεωρία και ερμηνεύει σε ικανοποιητικό βαθμό την αποτυχία και της σύγχρονης Ελλάδας να αναπτύξει κεφαλαιοκρατική οικονομία. |
|
|
|
43. Ἄδηλον |
43. Αγνώστου ποιητή |
Ἓξ ὧραι μόχθοις ἱκανώταται ˙ αἱ δὲ μετ’ αὐτὰς γράμμασι δεικνύμεναι «ΖΗΘΙ» λέγουσι βροτοῖς. |
Έξι ώρες για δουλειά είναι μια χαρά. Οι επόμενες, με απόδειξη τα ίδια τους τα γράμματα «ΖΗΘΙ» (=ζήσε) προτρέπουν τους θνητούς. |
Ερμηνεία Ειδικά αυτό να διαβάσουν οι ανελλήνιστοι (δηλαδή απολίτιστοι μισάνθρωποι) της Τρόικας αρκεί, για να μας καταδικάσουν σε ισόβια καταναγκαστικά έργα μετά μαστιγώσεων ανοικτιρμόνων. Έξι ώρες ημερήσιας εργασίας είναι υπεραρκετές. Επιχείρημα ; Μα το ίδιο το αλφάβητο (που από τους προγόνους μας χρησιμοποιείτο και για αριθμητικά σύμβολα) αποδεικνύει ότι από την εβδόμη (Ζ΄) έως τη δεκάτη (Ι΄) ώρα (δηλαδή κατά τις Ζ΄,Η΄,Θ΄ και Ι΄ ώρες) ο άνθρωπος πρέπει να ζει, αφού ΖΗΘΙ (= ζήσε/να ζεις) είναι το β’ πρόσωπο προστακτικής του «ζῶ» . |
|
|
|
45. Παλλαδᾶ |
45. Παλλαδά |
Ἂν μνήμην, ἄνθρωπε, λάβῃς, ὁ πατήρ σε τί ποιῶν ἔσπειρεν, παύσῃ τῆς μεγαλοφροσύνης. Ἀλλ’ ὁ Πλάτων σοὶ τῦφον ὀνειρώσων ἐνεφύσησεν, ἀθάνατόν σε λέγων καὶ φυτὸν οὐράνιον. Ἐκ πηλοῦ γέγονας ˙ τί φρονεῖς μέγα; Τοῦτο μὲν οὕτως εἶπ’ ἄν τις, κοσμῶν πλάσματι σεμνοτέρῳ. Εἰ δὲ λόγον ζητεῖς τὸν ἀληθινόν, ἐξ ἀκολάστου λαγνείας γέγονας καὶ μιαρᾶς ῥανίδος. |
Αν το συλλογιστείς, άνθρωπε, σε ποια πράξη απάνω σ’ έσπειρε ο πατέρας σου, θ’ αφήσεις τις περηφάνιες κατά μέρος. Μα, βλέπεις, κι ο Πλάτωνας (ονειροπαρμένος !) σε φούσκωσεν έπαρση με λόγους γι’ αθανασία και ουράνια φύτρα. Από πηλό είσαι φτιαγμένος ˙ τι μεγαλοφρονείς ; Και τούτο ακόμα θα τό ‘λεγε κανείς που θέλει κάπως κομψότερα να το ιστορήσει. Θέλεις τα πράγματα με τ’ όνομά τους ; Ακόλαστη λαγνεία και μιαρή σταγόνα σε σκαρώσαν. |
Ερμηνεία Και ο μηδενιστικός υλισμός στην Αρχαία Ελλάδα γεννήθηκε. Προς τι όλος ο θόρυβος για τη μοναδικότητα του ανθρωπίνου όντος και τα συναφή; Και ο άνθρωπος σάρκα είναι, και μάλιστα γεμάτη πάθη, που με όργανο τη λογική και τη φαντασία μπορούν να φθάσουν σε ασύλληπτα μήκη και πλάτη διαστροφής. Προς τι λοιπόν οι φαντασιώσεις ανθρωπίνου μεγαλείου όλων των ιδεαλιστών, προεξάρχοντος βέβαια του Πλάτωνος ; Φυσικά ο γνωμικός λόγος του Παλλαδά δε στοχεύει τόσο στην απαξίωση της ανθρωπότητας, όσο στην καταδίκη της έπαρσης και παράλληλα την κατάδειξη του πόσο αναγκαία είναι στο «ἔλλογον ζῶον» η ταπεινοφροσύνη. Έτσι φαίνεται η φιλοσοφική του συγγένεια με τους κυνικούς, αλλ’ ίσως και κάποια επαφή του με το χριστιανισμό, αν και ο ίδιος πρέπει μάλλον να ήταν εθνικός. (Έζησε και συνέγραψε περί το 400 μ.Χ.) |
|
|
|
50. Παλλαδᾶ |
50. Παλλαδά |
Τὴν Κίρκην οὔ φημι, καθὼς εἴρηκεν Ὅμηρος ἄντ’ ἀνδρῶν ποιεῖν ἢ σύας ἠὲ λύκους τοὺς αὐτῇ προσιόντας ˙ ἑταίρα δ’ οὖσα πανοῦργος, τοὺς δελεασθέντας πτωχοτάτους ἐποίει ˙ τῶν δ’ ἀνθρωπείων ἀποσυλήσασα λογισμῶν, εἶτ’ ἀπὸ τῶν ἰδίων μηδὲν ἔχοντας ἔτι ἔτρεφεν ἔνδον ἔχουσα δίκην ζῴων ἀλογίστων. Ἔμφρων δ’ ὢν Ὀδυσεύς, τὴν νεότητα φυγών, Οὐχ Ἑρμοῦ, φύσεως δ’ ἰδίας ἐμφύντα, λογισμόν εἶχε γοητείας φάρμακον ἀντίπαλον. |
Δε θα πω για την Κίρκη , καθώς τό ‘πε ο Όμηρος, πως έκανε γουρούνια ή λύκους τους άνδρες που την κόρταραν. Απλώς, πανούργα ερωμένη ήτανε κι όποιους έπιανε στα δίχτυα, τους ξετίναζε. Κι αφού τους κούρσευε τα λογικά τους, και μη έχοντας πια αυτοί τίποτε απ’ τα δικά τους οικόσιτους τους έκανε σα ζώα, πες ! Ο Οδυσσέας, τώρα, που ήταν συνετός, έχοντας παρακάμψει και τη νιότη, όχι απ’ τον Ερμή μ’ απ’ τη φύση του την ίδια είχε γι’ αντίδοτο τη φρόνηση στα «μάγια» της. |
Ερμηνεία Η αλληγορική ερμηνεία των μύθων ήταν πολύ του συρμού στο τελείωμα του Αρχαίου Ελληνικού Πολιτισμού. Έτσι, η Κίρκη και τα μάγια της ερμηνεύονται λογοκρατικά για να προκύψει ένα χρήσιμο ηθικό δίδαγμα: Το σαρκικό πάθος μετατρέπει τον επιρρεπή άνδρα σε άλογο ζώο, υποχείριο στις διαθέσεις της πανούργας εταίρας (= ερωμένης επι πληρωμή) . Αντίδοτο, που είχε ο Οδυσσέας, είναι η φρόνηση με την οποία αντιμετωπίζει τη γυναικεία σαγήνη, χωρίς να χρειάζεται τη βοήθεια του Ερμή. |